Ο λαχανόκηπος της Θεσσαλίας
Ο θεσσαλικός κάμπος, ευλογημένος από τη φύση, διαθέτει όλα τα εχέγγυα για να αποτελέσει μία ηγεμονική ζώνη δυναμικών καλλιεργειών, με στάνταρ ποιότητας και απόδοσης υψηλότερα και από αυτά φημισμένων περιοχών του εξωτερικού. Ωστόσο μια τέτοια πραγματικότητα φαντάζει ακόμα μακρινή, λόγω παράδοσης κυρίως, και ο αγροτικός κόσμος της Μαγνησίας εδώ και χρόνια παραμένει στάσιμος χωρίς να αξιοποιεί στο έπακρο τις δυνατότητες που ο τόπος τού προσφέρει.
Είναι γεγονός ότι κάθε χώρα που βρίσκεται αντιμέτωπη με την οικονομική κρίση «βρίσκει παρηγοριά» στη γεωργία, την πρωτογενή παραγωγή. Είναι επίσης γεγονός ότι πολλές χώρες στήριξαν και στηρίζουν ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας τους στον αγροτικό τομέα. Είναι όμως και γεγονός ότι η Ελλάδα, μια χώρα που θα μπορούσε να αποτελεί λόγω τους εδάφους και του κλίματός της υπερδύναμη στη γεωργία, κάθεται στην κυριολεξία με σταυρωμένα τα χέρια…
Την ίδια στιγμή οι συνεχείς αλλαγές αλλά και τα διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η γεωργία καθιστούν αναγκαία τη στροφή των αγροτών είτε σε νέες καλλιέργειες είτε σε συμβατικές με διαφορετικό όμως τρόπο ανάπτυξης, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να πληθαίνουν συνεχώς τα σενάρια για την ανάπτυξη θερμοκηπιακών, υπό κάλυψη δηλαδή, καλλιεργειών.
Βέβαια στην ανάγκη ανάπτυξης θερμοκηπιακών καλλιεργειών συμβάλλει και η συνεχής χρήση του εδάφους σε εντατική μορφή και με το ίδιο είδος φυτού, η υπερβολική χρήση φυτοφαρμάκων, η υπερβολική κατανάλωση νερού, καταστάσεις που δημιούργησαν και συνεχίζουν να δημιουργούν παθογένειες και ελλείψεις στα περισσότερα από τα αναγκαία θρεπτικά στοιχεία στο παραγόμενο προϊόν.
Είναι εμφανές λοιπόν πως η στροφή προς νέου τύπου καλλιέργειες θα δώσει νέα πνοή και ώθηση σε μία από τις σημαντικότερες αγροτικές περιοχές της χώρας, τη Μαγνησία. Έχει ειπωθεί πολλές φορές και από πολλά διαφορετικά στόματα ότι η Μαγνησία έχει όλα τα φόντα να γίνει μία νέα Ιεράπετρα, εφάμιλλη ή και ανώτερη της τελευταίας ως προς το θερμοκηπιακό της δυναμικό. Η Μαγνησία θα μπορούσε να αποτελεί «το λαχανόκηπο της Θεσσαλίας», τον «ανθόκηπο» της Ευρώπης, παράγοντας εύγευστα, ποιοτικά και ασφαλή προϊόντα, δίνοντας διέξοδο σε χιλιάδες παραγωγούς, και ενισχύοντας τη μεταποίηση για την τυποποίηση των εξαγώγιμων αγροτικών προϊόντων.
Με τα νέα δεδομένα στο χώρο της τεχνολογίας και δη των θερμοκηπιακών καλλιεργειών φαντάζει πιο εντατική ανάγκη από ποτέ να αξιοποιηθεί το μακράν αγνοημένο δυναμικό του κάμπου και να μετατραπεί σε δύναμη στα κηπευτικά. Και αυτό μπορεί να καταστεί δυνατό μόνον με την ανάπτυξη και επέκταση των θερμοκηπίων που θα χαρίσουν ανάσα ζωής, τόσο οικονομική-αναπτυξιακή, όσο και περιβαλλοντική.
Μάλιστα το ίδιο επιβεβαιώνει ο καθηγητής της Γεωπονικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Κωνσταντίνος Κίττας, Δ/ντής του Εργαστηρίου Γεωργικών Κατασκευών και Ελέγχου Περιβάλλοντος και Δ/ντής του του Ινστιτούτου Τεχνολογίας και Διαχείρισης Αγροοικοσυστημάτων (ΙΤΕΔΑ) του Κέντρου Έρευνας Τεχνολογίας και Ανάπτυξης Θεσσαλίας (ΚΕΤΕΑΘ), ο οποίος στο εργαστήριό του ερευνά την ανάπτυξη των θερμοκηπιακών καλλιεργειών.
Εξοικονόμηση ενέργειας και μείωση φυτοπροστατευτικών
Σε αντίθεση με την υπάρχουσα γενικευμένη αντίληψη ένα καλά σχεδιασμένο θερμοκήπιο όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Κίττας, συμβάλλει σημαντικά στην προστασία του περιβάλλοντος εξοικονομώντας αρχικά ενέργεια αλλά και μειώνοντας την χρήση φυτοπροστατευτικών, φυτοφαρμάκων δηλαδή.
Η εξοικονόμηση ενέργειας επιτυγχάνεται με την σωστή χρήση του εξοπλισμού (θερμοκουρτίνες) και την ορθολογική ρύθμιση του μικροκλίματος με παράλληλη χρήση φυσικά ΑΠΕ, ενώ η μείωση των φυτοπροστατευτικών με τη χρήση δικτύων εντομοστεγανότητας και φωτοεκλεκτικών υλικών κάλυψης που περιορίζουν τις εισροές χημικών, παρεμποδίζουν τα επιζήμια έντομα.
Χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας
Σε έρευνα του Εργαστηρίου διαπιστώθηκε ότι η καθαρή ενέργεια που θα μπορούσε να παραχθεί, θεωρητικά, από την καύση των γεωργικών υπολειμμάτων, στην περιοχή της Μαγνησίας, ανέρχεται σε 339.077 GJ ανά έτος, όταν για τη θέρμανση των θερμοκηπίων απαιτείται ενέργεια 43.149 GJ ανά έτος. Δηλαδή το 1/10 της ενέργειας από βιομάζα που υπάρχει διαθέσιμη στην περιοχή να χρησιμοποιήσουμε αρκεί για τη θέρμανση όλων των θερμοκηπίων της Μαγνησίας.
Το ζήτημα λοιπόν είναι η παραγωγή της καθώς η χρήση της συνδέεται άμεσα αλλά και εξαρτάται από την προμήθεια των απαραίτητων πρώτων υλών. Η πραγματική πρόκληση λοιπόν είναι η αξιοποίηση των νέων ευνοϊκών συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί προς όφελος της ελληνικής γεωργίας και της εγχώριας παραγωγής, η οποία αναμένεται και πρέπει να παίξει καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή των πρώτων υλών.
Στη Μαγνησία τα είδη βιομάζας που υπάρχουν είναι κλαδοδέματα, φύλο, άχυρο, στελέχη βαμβακιού, κότσαλα καλαμποκιού, πυρηνόξυλο, περικάρπιο αμυγδάλων και πυρήνες ροδακίνων. Η μεγάλη πρόκληση έγκεiται στην ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος συλλογής, επεξεργασίας και διάθεσης (logistics) της παραγόμενης βιομάζας στα σημεία που χρειάζεται.
Εξοικονόμηση νερού
Οι ανάγκες της Μαγνησίας για εξοικονόμηση νερού είναι σημαντικές, πόσο μάλλον αν σκεφτεί κανείς ότι η Θεσσαλία χρησιμοποιεί το ¼ του συνολικού νερού άρδευσης της Ελλάδας.
Η υπό κάλυψη καλλιέργεια καταναλώνει σημαντικά μικρότερες ποσότητες νερού, σε σχέση με την υπαίθρια και εξοικονομεί έτσι το πολύτιμο για τον θεσσαλικό κάμπο αγαθό. Σύμφωνα με στοιχεία του FAO, οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες έχουν 3-5 φορές μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα χρήσης νερού σε σχέση με τον ανοιχτό αγρό και συνεπώς, η επέκτασή τους θα συμβάλλει στην εξοικονόμηση νερού στη γεωργία.
«Πράσινος» χρυσός τα θερμοκήπια
Ένα σύγχρονο θερμοκήπιο υψηλής τεχνολογίας χρειάζεται το πολύ επτά χρόνια για να αποσβέσει το κόστος του ωστόσο προσφέρει ένα περισσότερο από ικανοποιητικό εισόδημα ενώ η κατασκευή των θερμοκηπίων επιδοτείται τόσο από το νέο αναπτυξιακό νόμο όσο και από τα Σχέδια Βελτίωσης που τρέχουν μέχρι 18 Φεβρουαρίου για μικρές εγκαταστάσεις.
Μάλιστα η ανάπτυξη θερμοκηπιακών καλλιεργειών σε μεγάλη αγροτική περιοχή όπως η Μαγνησία θα μπορούσε να προσφέρει σημαντική διέξοδο στους αγρότες και να βγάλει από το τέλμα την γεωργία. Ο κ. Κίττας βέβαια προτείνει τη δημιουργία ομάδων παραγωγών, καθώς όπως επισημαίνει είναι προτιμότερη η δημιουργία μεγάλων μονάδων και για τη μετέπειτα διαχείριση του προϊόντος.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια οικονομική διέξοδο για πολλούς παραγωγούς, ως πηγή συμπληρωματικού ή ακόμα και κύριου εισοδήματος. Πολλοί αγρότες σε τέλμα, λόγω ζημιών σε καλλιέργειές τους ή τα γνωστά τα τελευταία χρόνια προβλήματα με τις κοινοτικές επιδοτήσεις, μπορούν να στραφούν στα θερμοκήπια που προσφέρουν νέου είδους επενδυτικές ευκαιρίες.
Σημειώνεται τέλος πως από μόνη της η καλλιέργεια υπό κάλυψη δίνει τη δυνατότητα για παραγωγή προϊόντων ποιότητας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους χωρίς να υπάρχουν κίνδυνοι καταστροφής από οποιοδήποτε καιρικό φαινόμενο.
Στην περιοχή της Μαγνησίας είναι εφικτή η ανάπτυξη μιας νέου τύπου βιώσιμης γεωργίας βασισμένης στην ποιότητα και την προσαρμογή στην αγορά και όχι στις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, μιας γεωργίας που θα σέβεται το περιβάλλον και θα διαχειρίζεται αειοφορικά τους φυσικούς πόρους. Οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες μπορούν να αποτελέσουν φάρο για μια τέτοια προσπάθεια με προσανατολισμό στην ανάπτυξη της υπαίθρου.
* Το Εργαστήριο Γεωργικών Κατασκευών και Ελέγχου Περιβάλλοντος καθώς και το Ινστιτούτο Τεχνολογίας και Διαχείρισης Οικοσυστημάτων του ΚΕΤΕΑΘ μπορούν να παρέχουν επιστημονική υποστήριξη.
ΙΝΦΟ
- Παραγωγή προϊόντων ποιότητας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους
- Εξοικονόμηση νερού
- Εξοικονόμηση ενέργειας
- Μείωση χρήσης φυτοφαρμάκων
- Δυνατότητα καλλιέργειας εκτός εδάφους
- Σταθερό και ικανοποιητικό εισόδημα
- Δημιουργία θέσεων εργασίας
- Δημιουργία ομάδων παραγωγών και παραγωγή προϊόντων ποιότητας και προέλευσης
- Άνοιγμα σε νέες αγορές για διάθεση των προϊόντων (περισσότερη, καλύτερη και πιο συντονισμένη παραγωγή)
- Ενίσχυση της τυποποίησης και μεταποίησης
Εναέριες μεταφορές (ΕΝΘΕΤΟ)
Εν τω μεταξύ σημαντικά στην ανάπτυξη θερμοκηπιακών καλλιεργειών συμβάλλει και η ύπαρξη και λειτουργία του Αεροδρομίου στη Νέα Αγχίαλο. Πλέον είναι πολύ πιο εύκολη και δυνατή η πρόσβαση αλλά και μεταφορά και αποστολή προϊόντων στις ευρωπαϊκές αγορές. Παράλληλα μέσω του Αεροδρομίου τα προϊόντα μπορούν να εξάγονται γρήγορα, φτηνά και εύκολα αλλά και φρέσκα! Αρκεί οι φορείς να προσελκύσουν το ενδιαφέρον αεροπορικών εταιριών τύπου cargo.
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα Ταχυδρόμος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιο σας!