Κλείνει η τρύπα του όζοντος
Συγκεκριμένα θα μειωθεί στα μεγάλα γεωγραφικά πλάτη 12%, στα μέσα γεωγραφικά πλάτη 3%, ενώ μια μικρή αύξηση (1%) αναμένεται για την περιοχή των τροπικών. Η επιστροφή των επιπέδων της υπεριώδους ακτινοβολίας στα επίπεδα του 1980 και του 1965 εξαρτάται κυρίως από την ανάκαμψη του στρώματος του όζοντος. Η υπεριώδης ακτινοβολία και στην Ελλάδα το 1965 ήταν 5% λιγότερη και 3% λιγότερη το 1980 απ' ό,τι σήμερα. Σε μικρότερο βαθμό αναμένεται να επηρεαστούν μελλοντικά οι αλλαγές στη νέφωση.
Στη μελέτη εξετάστηκαν οι μεταβολές στην υπεριώδη ηλιακή ακτινοβολία κατά την περίοδο 1960-2100, με τη χρήση μοντέλων διάδοσης της ακτινοβολίας και χημικών-κλιματικών μοντέλων, που χρησιμοποιούνται για την πρόγνωση των κλιματικών μεταβολών. Με τη χρήση των μοντέλων αυτών προσομοιώνονται οι μεταβολές στο όζον, όπως αυτές αναμένονται να συμβούν λόγω της εφαρμογής του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ (υπογράφηκε το 1987). Επίσης η αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου και η αναμενόμενη αλλαγή του κλίματος λόγω της έκλυσης αερίων του θερμοκηπίου, θα επηρεάσει την κατανομή του όζοντος και θα αλλάξει και τη νέφωση στις διάφορες περιοχές της Γης. Συγκεκριμένα για την Ελλάδα τον 21ο αιώνα προβλέπεται να έχουμε λιγότερες βροχοπτώσεις.
Ολες αυτές οι αλλαγές αναμένεται να επηρεάσουν και τα επίπεδα της υπεριώδους ηλιακής ακτινοβολίας που φθάνει στην επιφάνεια της Γης. Οι μεγαλύτερες μειώσεις αναμένονται στις πολικές περιοχές του βόρειου και του νότιου ημισφαιρίου. Αυτό συμβαίνει λόγω της ανάκαμψης του στρατοσφαιρικού όζοντος, αλλά και της κλιματικής αλλαγής. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι τα ποσοστά μείωσης λόγω του όζοντος είναι σχεδόν τα μισά από αυτά που αναφέρονται στον πίνακα 1, ενώ το άλλο μισό οφείλεται στην κλιματική αλλαγή. Με άλλα λόγια, η επίδραση και των δύο είναι εξίσου σημαντική.
Στον πίνακα 2 παρουσιάζονται τα έτη που εκτιμάται ότι η υπεριώδης ακτινοβολία θα έχει επανέλθει στα επίπεδα του 1980 και του 1965. Οι εκτιμήσεις για το έτος 1965 είναι ιδιαίτερα σημαντικές, αφού σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης αποδεικνύεται ότι η μείωση του όζοντος είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1960. Παρ' όλα αυτά, η πρώτη ανακάλυψη της λεγόμενης «τρύπας του όζοντος» στην Ανταρκτική έγινε μόλις το 1985.
Η επανάκαμψη της υπεριώδους ακτινοβολίας αναμένεται να συμβεί πιο γρήγορα στο βόρειο ημισφαίριο, όπου μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 θα υπάρχει επιστροφή της υπεριώδους στα επίπεδα του 1965. Στο νότιο ημισφαίριο, αναμένονται σημαντικές καθυστερήσεις κατά 2-3 δεκαετίες. Στην περιοχή των τροπικών, η ανάκαμψη στα επίπεδα του 1980 αναμένεται να συμβεί προς τα μέσα του 21ου αιώνα. Ομως, λόγω της κλιματικής αλλαγής δεν προβλέπεται περαιτέρω ανάκαμψη προς τα επίπεδα του 1965.
Ολες οι προαναφερόμενες εκτιμήσεις βασίζονται σε αναμενόμενα σενάρια μεταβολής του κλίματος και της συγκέντρωσης των ουσιών που βλάπτουν το όζον. Αναμένονται, όμως, πιο ακριβείς προβλέψεις, όταν στα μελλοντικά σενάρια μεταβολής του κλίματος συμπεριληφθούν και άλλοι παράγοντες, όπως η αλλαγή της ανακλαστικότητας του εδάφους (που συνδέεται άμεσα με το λιώσιμο των πάγων), η επίδραση των αιωρούμενων σωματιδίων και της αέριας ρύπανσης.
Οι παράγοντες αυτοί μεταβάλλονται σημαντικά από περιοχή σε περιοχή και εξαρτώνται από τις μελλοντικές αλλαγές στο κλίμα. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι αναμένεται μείωση των πάγων στις πολικές περιοχές και αύξηση των αιωρούμενων σωματιδίων και της αέριας ρύπανσης στις περισσότερες περιοχές της Γης, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι μειώσεις της υπεριώδους ακτινοβολίας μπορεί να συμβούν ακόμη πιο σύντομα απ' ό,τι προβλέπουμε.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Συμμετέχοντες: Από το Εργαστήριο Φυσικής της Ατμόσφαιρας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης: Αλκιβιάδης Μπάης, Κλεαρέτη Τουρπάλη. Ανδρέας Καζαντζίδης. Εργαστήριο Φυσικής της Ατμόσφαιρας, Πανεπιστήμιο Πατρών. Ακόμη 23 επιστήμονες από τα ερευνητικά κέντρα: NASA, Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, Εθνικό Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Ερευνών της Ιαπωνίας, Ιαπωνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, Ινστιτούτο Πιέρ-Σιμόν Λαπλάς (Γαλλία), πανεπιστήμια στο Λιντς, Λ' Ακουιλα, Βερολίνο, Τορόντο. Γερμανική Αεροδιαστημική Υπηρεσία, Γαλλική Μετεωρολογική Υπηρεσία, Εθνικό Ινστιτούτο Ατμοσφαιρικών Ερευνών της Νέας Ζηλανδίας, Περιβαλλοντική Υπηρεσία του Καναδά, Παγκόσμιο Κέντρο Ακτινοβολιών.
*Ο Ανδρέας Καζαντζίδης, καθηγητής του εργαστηρίου Φυσικής και Ατμόσφαιρας του Πανεπιστημίου Πατρών, εξηγεί στην «Κ..Ε»:
«Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, μέσα στις επόμενες δεκαετίες θα υπάρξει επανάκαμψη της υπεριώδους ακτινοβολίας στα επίπεδα του 1980 αλλά και του 1960, όταν δεν είχε ξεκινήσει ακόμα η καταστροφή του όζοντος. Αυτό αφενός αναμένεται να αποδειχθεί, αφετέρου δεν σημαίνει ότι η υπεριώδης ακτινοβολία θα πάψει να είναι επικίνδυνη όταν υπάρχει αλόγιστη έκθεση στον ήλιο. Η συμπεριφορά των ανθρώπων κατά την έκθεσή τους στην υπεριώδη ηλιακή ακτινοβολία έχει αποδειχθεί διεθνώς ότι αποτελεί σημαντικό παράγοντα για το φαινόμενο της αύξησης των περιστατικών καρκίνων του δέρματος κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Παρ' όλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ασφαλής έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία είναι και ωφέλιμη και αναγκαία για την παραγωγή της βιταμίνης D».
ΠΗΓΗ: ENET
Στη μελέτη εξετάστηκαν οι μεταβολές στην υπεριώδη ηλιακή ακτινοβολία κατά την περίοδο 1960-2100, με τη χρήση μοντέλων διάδοσης της ακτινοβολίας και χημικών-κλιματικών μοντέλων, που χρησιμοποιούνται για την πρόγνωση των κλιματικών μεταβολών. Με τη χρήση των μοντέλων αυτών προσομοιώνονται οι μεταβολές στο όζον, όπως αυτές αναμένονται να συμβούν λόγω της εφαρμογής του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ (υπογράφηκε το 1987). Επίσης η αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου και η αναμενόμενη αλλαγή του κλίματος λόγω της έκλυσης αερίων του θερμοκηπίου, θα επηρεάσει την κατανομή του όζοντος και θα αλλάξει και τη νέφωση στις διάφορες περιοχές της Γης. Συγκεκριμένα για την Ελλάδα τον 21ο αιώνα προβλέπεται να έχουμε λιγότερες βροχοπτώσεις.
Ολες αυτές οι αλλαγές αναμένεται να επηρεάσουν και τα επίπεδα της υπεριώδους ηλιακής ακτινοβολίας που φθάνει στην επιφάνεια της Γης. Οι μεγαλύτερες μειώσεις αναμένονται στις πολικές περιοχές του βόρειου και του νότιου ημισφαιρίου. Αυτό συμβαίνει λόγω της ανάκαμψης του στρατοσφαιρικού όζοντος, αλλά και της κλιματικής αλλαγής. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι τα ποσοστά μείωσης λόγω του όζοντος είναι σχεδόν τα μισά από αυτά που αναφέρονται στον πίνακα 1, ενώ το άλλο μισό οφείλεται στην κλιματική αλλαγή. Με άλλα λόγια, η επίδραση και των δύο είναι εξίσου σημαντική.
Στον πίνακα 2 παρουσιάζονται τα έτη που εκτιμάται ότι η υπεριώδης ακτινοβολία θα έχει επανέλθει στα επίπεδα του 1980 και του 1965. Οι εκτιμήσεις για το έτος 1965 είναι ιδιαίτερα σημαντικές, αφού σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης αποδεικνύεται ότι η μείωση του όζοντος είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1960. Παρ' όλα αυτά, η πρώτη ανακάλυψη της λεγόμενης «τρύπας του όζοντος» στην Ανταρκτική έγινε μόλις το 1985.
Η επανάκαμψη της υπεριώδους ακτινοβολίας αναμένεται να συμβεί πιο γρήγορα στο βόρειο ημισφαίριο, όπου μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 θα υπάρχει επιστροφή της υπεριώδους στα επίπεδα του 1965. Στο νότιο ημισφαίριο, αναμένονται σημαντικές καθυστερήσεις κατά 2-3 δεκαετίες. Στην περιοχή των τροπικών, η ανάκαμψη στα επίπεδα του 1980 αναμένεται να συμβεί προς τα μέσα του 21ου αιώνα. Ομως, λόγω της κλιματικής αλλαγής δεν προβλέπεται περαιτέρω ανάκαμψη προς τα επίπεδα του 1965.
Ολες οι προαναφερόμενες εκτιμήσεις βασίζονται σε αναμενόμενα σενάρια μεταβολής του κλίματος και της συγκέντρωσης των ουσιών που βλάπτουν το όζον. Αναμένονται, όμως, πιο ακριβείς προβλέψεις, όταν στα μελλοντικά σενάρια μεταβολής του κλίματος συμπεριληφθούν και άλλοι παράγοντες, όπως η αλλαγή της ανακλαστικότητας του εδάφους (που συνδέεται άμεσα με το λιώσιμο των πάγων), η επίδραση των αιωρούμενων σωματιδίων και της αέριας ρύπανσης.
Οι παράγοντες αυτοί μεταβάλλονται σημαντικά από περιοχή σε περιοχή και εξαρτώνται από τις μελλοντικές αλλαγές στο κλίμα. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι αναμένεται μείωση των πάγων στις πολικές περιοχές και αύξηση των αιωρούμενων σωματιδίων και της αέριας ρύπανσης στις περισσότερες περιοχές της Γης, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι μειώσεις της υπεριώδους ακτινοβολίας μπορεί να συμβούν ακόμη πιο σύντομα απ' ό,τι προβλέπουμε.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Συμμετέχοντες: Από το Εργαστήριο Φυσικής της Ατμόσφαιρας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης: Αλκιβιάδης Μπάης, Κλεαρέτη Τουρπάλη. Ανδρέας Καζαντζίδης. Εργαστήριο Φυσικής της Ατμόσφαιρας, Πανεπιστήμιο Πατρών. Ακόμη 23 επιστήμονες από τα ερευνητικά κέντρα: NASA, Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, Εθνικό Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Ερευνών της Ιαπωνίας, Ιαπωνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, Ινστιτούτο Πιέρ-Σιμόν Λαπλάς (Γαλλία), πανεπιστήμια στο Λιντς, Λ' Ακουιλα, Βερολίνο, Τορόντο. Γερμανική Αεροδιαστημική Υπηρεσία, Γαλλική Μετεωρολογική Υπηρεσία, Εθνικό Ινστιτούτο Ατμοσφαιρικών Ερευνών της Νέας Ζηλανδίας, Περιβαλλοντική Υπηρεσία του Καναδά, Παγκόσμιο Κέντρο Ακτινοβολιών.
*Ο Ανδρέας Καζαντζίδης, καθηγητής του εργαστηρίου Φυσικής και Ατμόσφαιρας του Πανεπιστημίου Πατρών, εξηγεί στην «Κ..Ε»:
«Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, μέσα στις επόμενες δεκαετίες θα υπάρξει επανάκαμψη της υπεριώδους ακτινοβολίας στα επίπεδα του 1980 αλλά και του 1960, όταν δεν είχε ξεκινήσει ακόμα η καταστροφή του όζοντος. Αυτό αφενός αναμένεται να αποδειχθεί, αφετέρου δεν σημαίνει ότι η υπεριώδης ακτινοβολία θα πάψει να είναι επικίνδυνη όταν υπάρχει αλόγιστη έκθεση στον ήλιο. Η συμπεριφορά των ανθρώπων κατά την έκθεσή τους στην υπεριώδη ηλιακή ακτινοβολία έχει αποδειχθεί διεθνώς ότι αποτελεί σημαντικό παράγοντα για το φαινόμενο της αύξησης των περιστατικών καρκίνων του δέρματος κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Παρ' όλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ασφαλής έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία είναι και ωφέλιμη και αναγκαία για την παραγωγή της βιταμίνης D».
ΠΗΓΗ: ENET
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιο σας!